«Θέλουν να σας κάνουν καλά. Αλλοίμονο, εκεί φτάνει ο παραλογισμός των λογικών. Καλά, δηλαδή να γυρίσετε πίσω, έξω στην τέφρινη πραγματικότητα, να ξαναδήτε πίσω με την κρίσι του ακέραιου μυαλού την πιο αβάσταχτη, την πιο αρμολογημένη αλλόφρονη λογική της ζωής που σκοτώνει την ανθρώπινη καρδιά. [...] Μα τι θα βάλετε στη θέση του οράματος εσείς οι λογικοί; [...] Καλοπροαίρετοι γιατροί μου, αν επιμένετε να με γιατρέψετε από κάτι, γιατρέψτε με από την λογική».

Ρώμος Φιλύρας από το δρομοκαΐτειο

Ήλιος Μαρτίου { Έρμαν Έσσε} (μετ. Γιώτα Λαγουδάκου - απόδοση ποιημάτων Βασίλης Καλαμαράς)

Μεθυσμένη από τις πρώτες ηλιαχτίδες
Πετάει εδώ πετάει εκεί μια κίτρινη πεταλούδα
Καθισμένος στο παράθυρο αναπαύεται
Αποκοιμισμένος και σκυφτός ένας γέροντας.

Ανάμεσα από της ανοίξεως τις φυλλωσιές
Κάποτε πέρασε τραγουδώντας.
Τα χρόνια πέρασαν - εκατομμύρια διαδρομές
Και στα μαλλιά του ίχνη τους εφάνηκαν.

Μα τα δέντρα τ' ανθισμένα
Και οι πεταλούδες οι κίτρινες
Σου φαίνονται σαν να μην πέρασε
Ούτε μία μέρα από επάνω τους
Σου φαίνονται και σ’ αυτήν την ηλικία
Ίδιες και απαράλλαχτες.

Κι όμως το χρώμα και το άρωμα
Έχουν ξεθωριάσει και έχουν χαθεί
Πιο ψυχρό είναι το φως και ο αέρας
Βάρυνε, την αναπνοή δύσκολη την έκανε.

Η άνοιξη βουίζει σαν πολύβουο μελίσσι
Τα τραγούδια της, τα γλυκά, τα χαριτωμένα της τραγούδια.
Στα κυανά και στα λευκά του ντύθηκε ο ουρανός
Σημαίες χρυσαφιές φτερουγίζουν οι πεταλούδες.



Έρμαν Έσσε











Περίοδος

Πρώτα το φλερτ ξεκίνησε απ' τ' ακριβά σαλόνια
ύστερα συνεχίστηκε σε δρόμους και μπαλκόνια
το "κάτι" που γοήτευε είχε αυτός ο τύπος
κι ας έμοιαζε με έκτρωμα χοντρόπετσο με λίπος.

Η ράτσα του ξεχώριζε από τις άλλες ράτσες
"μαζί σου" ! τον ενθάρρυναν οι κύριοι κι οι κυράτσες
κι όταν αυτός απάνταγε: "Αμήν!  κι εγώ μαζί σας"
κυλούσαν απ' το στόμα του αφροί και σάλια λύσσας.

"Σε σας ανήκουμε Εγώ ο Πλούτος η Εξουσία"
τους είπε και τους καύλωσε κι αρχίζει η συνουσία
τι πάθος! τι αγκάλιασμα σφιχτό, πόση λατρεία
στο τέλος το μακρύτερο τους έδωσε απ' τα τρία...

κι αφού το φχαριστήθηκε  τους άφησε ο γελοίος
-αρπάζοντας ό,τι είχανε- φτωχούς, γυμνούς τελείως
"να ήτανε αγάπη αυτό;" αναρωτιόνταν..."μα ίσως"
κοιτώντας πως τους φέρθηκε "να επρόκειτο για μίσος".

Με το ίδιο στυλ, το ίδιο φλερτ το λογικό είναι μάλλον
κανείς να μη δεχότανε να πήγαινε με άλλον
μα αυτοί ζητωκραυγάζανε χωρίς μυαλό μια στάλα
σαν είδαν τον επόμενο: "μαζί σου! πάμε γι' άλλα" !


Κώστας Σφενδουράκης



μετρΩ (Γιώργος Πρίμπας)

στο βωμό της κερδισμένης ακρίβειας και της επιτάχυνσης στην τακτή ένταξη στη γραμμή παραγωγής διεκπεραιώσεων που στήθηκαν σε εφαρμογή ειλημμένων και περιμένουν τον αρμόδιο στη μητρόπολη της χώρας της στημένης ανέκαθεν να γεννά όταν αορίστως αρμόδιους μα όταν είναι να αναρμόδιους παραιτήθηκες της παρουσίας σου στην άνθιση των νεφών στο χωράφι το γαλανό που σπάρθηκε από το νοτιά όταν οι πυγολαμπίδες του στερεώματος με στην αγκαλιά τους τα ονείρατα να μη χάσουν την άδολη στιλπνότητά τους διατηρώντας το α-πολίτιστο μόλις το φως λευτέρωσαν να πλημυρίσει το φθαρτό οι ομπρέλες και μόνο που επέβαιναν κι επέμεναν κι αυτές στην ταφή της αν-ακρίβειας στην αποβίβαση σε υποψίαζαν για την απώλεια του ωραίου

Γιώργος Πρίμπας

Θεατρίνοι Μ.Α.

Στήνουμε θέατρα και τα χαλνούμε
όπου σταθούμε κι όπου βρεθούμε
στήνουμε θέατρα και σκηνικά,
όμως η μοίρα μας πάντα νικά
Και τα σαρώνει και μας σαρώνει
και τους θεατρίνους και το θεατρώνη
υποβολέα και μουσικούς
στους πέντε ανέμους τους βιαστικούς
Σάρκες, λινάτσες, ξύλα, φτιασίδια,
ρίμες, αισθήματα, πέπλα, στολίδια,
μάσκες, λιογέρματα, γόοι και κραυγές
κι επιφωνήματα και χαραυγές
Ριγμένα ανάκατα μαζί μ΄ εμάς
(πες μου που πάμε; Πες μου που πας;)
πάνω από το δέρμα μας γυμνά τα νεύρα
σαν τις λουρίδες ονάγρου ή ζέβρα
Γυμνά κι ανάερα, στεγνά στην κάψα
(πότε μας γέννησαν; Πότε μας θάψαν;)
και τεντωμένα σαν τις χορδές
μιας λύρας που ολοένα βοίζει. Δες 
και την καρδιά μας, ένα σφουγγάρι,
στο δρόμο σέρνεται και στο παζάρι
πίνοντας το αίμα και τη χολή
και του τετράρχη και του ληστή.

Μέση Ανατολή, Παρασκευή 6 Αυγούστου 1943


Γιώργος Σεφέρης

Διογένης

Σαν ένα σύγχρονο ονειρεύτηκα Διογένη
τον εαυτό μου άεργο κι ευτυχισμένο
χωρίς ευθύνες, με φαντάστηκα, εργένη
νά 'μαι λιτός και στο πιθάρι μου να μένω.

Ολιγαρκής και τίποτα να μη μου λείπει
και να χορταίνω με ψωμί και λίγο τίλιο
κι όποιος γελώντας μπρος μου λέει: "κοίτα τον χίπυ" !
να μ' ενοχλεί που στέκεται μπροστά στον ήλιο.

"Το ονειρεύτηκα εαυτέ μου για φαντάσου
αυτό που ζεις, πραγματικά το έχω άχτι
με δυο δουλειές τα βγάζεις πέρα και με τράκα...

τώρα κι αυτό θάψ' το με τ' άλλα τα όνειρά σου
- αφού η δουλειά σου η μια είναι του νεκροθάφτη-
σκάσε και σκάβε με δυο λόγια ρε μαλάκα" !


Κώστας Σφενδουράκης
 

Λεία

(στην ποιήτρια Ντόρα Βλάσση)


Έως της γης τα πέρατα
ξεχύθηκαν τα τέρατα,
τα σαρκοβόρα κτήνη...
ποιος έχει την ευθύνη ;

Τρώνε ανθρωπάκια νόστιμα
από της γης τ' απόστημα
μπουκιά είναι και συχώριο...
το στόμα τους πελώριο !

Μοιράζονται τη λεία τους
- ανύπαρκτους κι ανίατους -
"δικός σου αυτός...δικός μου
κι αυτός του κάτω κόσμου" .

Κόσμε φτωχέ κι αδύναμε
ποτέ μας δεν σου κρίναμε
την ταπεινή δειλία
τώρα έχεις γίνει λεία.

Τώρα λοιπόν τα τέρατα
με τα μεγάλα κέρατα
που πέσαν να σε φάνε
τελειώνουν όπου να 'ναι...


Κώστας Σφενδουράκης



...

Xέρια σκιτσάρουν στο σκοτάδι
πυρετικά
δεξιοτεχνώντας όχι
άτεχνα ίσως με φουλ γκάζι
στο πάτωμα κι ανάποδα τιμόνια

Eσείς είστε οι καλύτεροι
τα πρωτεία σας αν αμφισβητήσουν
υγρό πυρ και γκιλοτίνα

Δεν συμμετέχω στα παιχνίδια
των ευτελών υπαινιγμών
του κοσμικού σας τσίρκου
με παραναλώματα κλόουν
σ' ένα θριλερικό τριτοκοσμικό μπουρδέλο
της βρωμερής ματιάς σας.

Ευάερη, ευήλια της τέχνη σας η λήθη
με συνοπτικές διαδικασίες καθώς
αποκαθηλώνετε τον εαυτό σας
από την ύπαρξη
μαικήνες, μέντορες, παρωχημένες σιβύλλες
ανοργασμικές πυθίες
Είστε οι καλύτεροι δήμιοι
της τέχνης που έχει εγκλωβίσει
τα προβληματικά εγώ σας
τα θέλω τα πρέπει και τα μη σας
Αν λίγο κινδυνεύσουν
οι τρομερές σας δεξιότητες
πόσο εξαγριώνεστε κύριοι!
Όταν οι ξαφνικές σας στύσεις
αποδειχτούν ανεπαρκείς
πόσο καλά χρησιμοποιείτε τα χέρια
τη γλώσσα για τις
επιφανειακές σας διεισδύσεις...

Όσο για μένα... μην άγχεστε
με κανέναν δεν ασχολήθηκα
Εγκατέλειψα της ποίησης το πλοίο
Μπορείτε εξίσου καλά να
βυθιστείτε μόνοι σας.



Βαλάντης Βορδός

είναι που δεν ( Γιώργος Πρίμπας )

είναι αυτοί οι ίδιοι πάντα οι απρόσωποι που πηγαινόρχονται στο βεστιάριο με τις μάσκες δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς γιατί δε θ’ άντεχαν στο φως και στον αγέρα χωρίς που τις μοιράσανε μεταξύ τους και πάλι και σ’ άλλους έπεσαν οι δεν μπορεί αλλιώς και σ’ άλλους οι με τα στόματα να κραυγάζουν αντί είναι αυτοί οι ίδιοι πάντα οι απρόσωποι που μοιράζονται εκ νέου ρόλους κατά πως το χέρι τραβάει από κλειστό κουτί σε μία καρικατούρα που τη βάφτισαν τραγωδία αναπόφευκτη προς τη λύτρωση που τίποτα δε θα λυτρώσει καθώς ανέκαθεν είναι το πρόσχημα και μέρος του παιχνιδιού του ίδιου παιχνιδιού που πάντα κατηγορείς αλλά και πάντα παίζεις κομπάρσος αναλώσιμος μα θα σε χαλάσει και θα σε τελειώσει αμετάκλητα αν χρειαστεί αλλά δεν πρέπει να φωνάζεις πρέπει να ελπίζεις γιατί δεν είναι παρά ένας συρφετός ο ίδιος πάντα συρφετός των απρόσωπων των ανήθικων και των γελοίων που ανέκαθεν περιέχει το ναι περιέχει και το όχι σε αναλογίες μεταβλητές ως απαντήσεις στατιστικές σε ερωτήματα που δεν έθεσες που αυτοί τα έθεσαν και θέτουν και αυτοί απαντούν στατιστικά για σένα που στο οβάλ τραπέζι έμαθαν να εναλλάσσονται στις πολυθρόνες να πουλάνε δημόσια μύθους για σημεία αναφοράς που χρειάζεσαι να τα πουλήσεις κι εσύ και αφού οι μάσκες μετρημένες και όποια τους πέσει εκπαιδεύτηκαν σε κάθε μια να αισθάνονται το ίδιο άνετα και είναι  η μάσκα καθεαυτή που έχει σημασία το σχέδιο όχι και είναι αυτοί οι ίδιοι πάντα οι επαγγελματίες λακέδες και αφέντες οι αλήτες που αντρώθηκαν και πλούτισαν από στημένες και αγορασμένες ποσοστώσεις σε αυτό το έργο το ίδιο από πάντα που στηρίζεις καθώς ευελπιστείς πως θα ανταμειφθείς με μία πολυθρόνα ακόμα και σκαμπό ας είναι στο οβάλ γραφείο και σίγουρα κάποιοι ελάχιστοι θα καθίσουν εκδιώκοντας και κάποιους ίσως αλλά συνολικά το ίδιο είναι χωρίς ανακοινώσεις για δικαιωμένους αγωνιστές πως ν’ ακολουθήσεις αφού πάντα κι εσύ για σένα και μόνο μιλούσες και έτσι είναι και πάντα θα είναι που στο δίλλημα δε γίνεται αλλιώς  και αντί έρχεσαι και απαντάς και δεν προτάσσεις είναι που δεν


Γιώργος Πρίμπας

Χορηγίες

Στις φλέβες της αληθινής τέχνης κυλάει μη-δέν αρνητικό:
δίνει αίμα σε όλους και παίρνει μόνο απ’ τον εαυτό της





Είδα πολλούς να σέρνουν την κατάντια τους
Από γραφείο σε γραφείο σ’ έναν δημόσιο οργανισμό
Έτοιμο ν’ αποσυντεθεί
Ή σε κάποιου ιδιώτη τα εκτυφλωτικά μάρμαρα
Και τα γυαλιστερά πλακάκια
Για μια κάποια χορηγία
Μια χορηγία για την τέχνη τους
Την αντικαθεστωτική ας πούμε

Κι ας πούμε πως την παίρνουν τελικά την χορηγία
Κι ανεβάζουν μια παράσταση
Ή κάνουν μια έκθεση ζωγραφικής
Εικαστική ή κάτι τέτοιο –
Δεν έχει σημασία το περιεχόμενο
Κι έρχεται ο εκπρόσωπος του οργανισμού
Να προλογίσει την παράσταση
Ή καταφθάνει ο επιχειρηματίας
Για να κόψει την κορδέλα
Κι ο καλλιτέχνης ντυμένος στα μαύρα
Όπως αρμόζει στην περίπτωση
Δουλικά τους ευχαριστεί
Που τίμησαν με την παρουσία τους
Την τέχνη του την ταπεινή
Και την άλλη μέρα διαβάζει τις κριτικές
Στα ψιλά των εφημερίδων
Κάτω απ’ τις πηχυαίες διαφημίσεις των χορηγών
Και σχεδιάζει πού θα σύρει τα επόμενα βήματά του
Σε ποιο γραφείο δημόσιου οργανισμού
Έτοιμου ν’ αποσυντεθεί
Σε ποιου φιλότεχνου επιχειρηματία
Τα εκτυφλωτικά μάρμαρα και τα γυαλιστερά πλακάκια

Και δεν πειράζει που ο καλλιτέχνης θα φάει
Και σήμερα ένα πιάτο φαΐ
Μόνο εκείνον τον προσδιορισμό για την τέχνη του
Εκείνη την λέξη «αντικαθεστωτική» να είχα παραλείψει
Κι εκείνο το «ας πούμε» να μην έλεγα





Δημήτρης Ε. Σολδάτος

Η Μάζα των Ποιητών ( Γιώργος Μίχος )

Κανείς ποιητής δεν γράφει ήθος στα κοινά σήμερα. Τα
μεταδικτατορικά αφηγήματα περί ποιητικής και πολιτικής ηθικής,
βρήκαν την εκπλήρωσή τους σε κάποιες εξαγορές του αριστερού
παρελθόντος από την κλεπτοκρατία, που κουρέλιασε κάθε ήθος,
μετατρέποντας τον ποιητή σε δευτέρας κατηγορίας κλεπταποδόχο και
τζουτζέ, με τη σιωπηλή αποδοχή μιας αριστεράς που συνοδοιπορούσε
με την κλεπτοκρατία. Πρώην τραπεζικοί υπάλληλοι με κομμένα τα
φτερά τους στο ευρωπαικό γήπεδο, με φιλάρεσκη υποταγή στον
ακαδημαϊσμό των δεξιών καταβολών τους, δεν μπορούν να κρύψουν
τις οικονομικές αποβλέψεις των επιλογών τους συν το θέαμα. Μια
κοινωνία μετρίων τιμωρούσε επαρκώς το γεγονός ότι της ξέφυγαν
δύο Νόμπελ. Από εκεί και πέρα η ποίηση μπήκε στο μηχανισμό της
εξάρθρωσης της ποιότητας με την ποσότητα, συμπλέοντας με τα
φωτεινά μηδενικά που εξέθρεψε και επέβαλε ο βαλκάνιος περονισμός
που κατέλαβε το κράτος. Η ποίηση πια στη δημόσια σύγκρουσή της
με την εξουσία, είναι ακκίσματα γεροντοκόρης με πολύ εσώρουχο που
τραβάει το ηδονοβλεπτικό της δημοσιότητας. Αυτό δεν σημαίνει
διόλου ότι δεν υπάρχουν ποιητές που με προσωπικά έξοδα ανέλαβαν
το πρόταγμα του ήθους. Η κοινωνία αντίστοιχα ανέλαβε το πρόταγμα
της λήθης. Αφού κανένας στίχος δεν κινητοποιεί τις μάζες, οι ποιητές
έγιναν μάζα. Δεν χρειάζεται πάρα μια μικρή συμφωνία από
δημοσιογράφους του πολιτιστικού φάσματος με σταλινικές οπτασίες
και σκοτεινών υποκειμένων του χώρου των εκδόσεων να θεσμίσουμε
την ύπαρξη αυτής της μάζας, σαν μιας ακόμη συντεχνίας δικαιούχων,
με ποιά αόριστη αναπηρία άραγε, σε λιτανείες στην πρωτεύουσα. Δεν
έχει σημασία, αν εξευγενίζοντας την πρόφαση, αναλάβει κανείς την
παιγνιώδη κατάθλιψη που έχουν οι μαζώξεις των ποετάστρων, όπου
οι αναγνώστες βλέπουν στα μάτια των ακροατών το μίσος που
προκαλεί ο αποκλεισμός από τη δημοσιότητα, αφού και οι ακροατές
το πάνε το γράμμα τους, γράφουν κι αυτοί. Δεν έχει ακόμα σημασία
ούτε να αρνηθείς γιατί ποιός νοιάζεται για το τι κάνουν οι ποιητές.
 Έχει σημασία όμως να ξέρεις ότι κάποιοι από τους διοργανωτές, πριν
καιρό, διοργάνωναν στα κρυφά ανθολογίες όπου το συμμετέχον
ψώνιο θα ανθολογείτο αντί 90 ευρώ. Και είναι αυτοί οι ίδιοι που ίσως
επαναφέρουν την πρόταση για μιαν ανθολογία λιτανευόντων
ποιητών. Γιατί το ήθος της εποχής εξακολουθεί από αδράνεια να
είναι το ταμείο. Οπότε στη λιτανεία των ποιητών, εμείς άλλο δεν
έχουμε παρά να καθήσουμε παράμερα, να τους βλέπουμε όπως
εποχούνται στην Ιστορία με άλφα κεφαλαίο, και να τους χαρίσουμε
τη λιτανεία του μάγκα. Είναι το μόνο σοβαρό που στοχεύει αυτό το
κείμενο.


Γιώργος Μίχος

Ελάχιστο


Ένα ελάχιστο είμαι, είπε, μόνο που το ξέρω
στη σειρά των απομεμακρυσμένων αντιγράφων
απ' τα μεγάλα σας απόντα πρότυπα κι αυτό
είναι κιόλας πολύ σ'αυτή τη δεύτερης κατηγορίας
ζωή που πέσατε εν τέχνη. Έτσι ενώ συνεχίζω
μιαν απαλή πορεία στα ερείπια των προθέσεων
που έχουν τα έργα των ανθρώπων έχω χρόνο
μονάχα να φροντίζω για την εντροπία του λεκτικού
με λίγους φίλους και ίσα ίσα ν΄αγαπώ όντας
αόρατος πίσω από την εικόνα του εχθρού
που με δικά σας έξοδα γεννάει την απόσταση
που όσο προσπαθείτε τόσο μας χωρίζει. Κι όλα αυτά
για ένα βλέμμα στις εξαρθρωμένες σας ψυχές
που πένθος δεν τους μένει να δεχτούν
πως είστε ένα ελάχιστο και να το ξέρετε.


Γιώργος Μίχος

Η διαρκής έκπληξη εκείνων των ερώτων (του Γιώργου Βέη)

Ακόμη ένα, αλλά γρήγορο σώμα
το κλέος των προσφορών του
μέσα στο σκοτάδι γίνεται Κυβέλη
ή κατά τις περιστάσεις, Εκάτη
ένα σπίτι γεμάτο πυρσούς
έτοιμο ν΄ ανάψει
οι σπασμοί έχουν αρχίσει από νωρίς
δάχτυλα ερευνούν απερίσπαστα χάος

                                         --

Ποιο είναι το αρμόδιο ρήμα,
μήπως souffler;
Αλλά αρκεί για μια τόσο βαθιά πράξη;

                                          --

Θηλάζει συχνά η ίδια το στήθος της-έξοχα!
Όχι από βουλιμία,
Αλλά από αυτοπεποίθηση πάντα.

                                       --

Με το μισό κορμί να γέρνει ήδη
πάνω από το χαντάκι της έξωσης
οι δανειστές να κορυβαντιούν προ πολλού
εμείς ψάχνουμε στο χάρτη νέες πηγές
τροφή στα έσχατα των ηπείρων
περισσότερο αποδημητικά πλέον
παρά σημασίες δίποδες.

                                          --

Θα επιστρέψω,
Σίμων ο Μάγος ή απλώς Αλέκος Π.
θα επιστρέψω μέσα στο φως της αλάνθαστης
πτώ
σης.

                                                     --

Πώς το έχει πει ο Κομπαγιάσι Γιατάρο,
πιο γνωστός ως Ίσσα
πριν από δύο αιώνες
«Εκεί που ο πέλεκυς λαθεύει
εκεί κάνει τη φωλίτσα του το φρόνιμο πουλί»

έτσι κι εμείς θα σκαλίσουμε στη φλούδα του πεύκου
«Άσχετοι με τα θαύματα,
 εδώ θα χτίσουμε μαζί ένα- ένα τα φιλιά».

                           --

Οι κλειδώσεις μας ποτέ δεν θα πονέσουν
όσο βάζουμε λίγο μέλι στους αφαλούς
από εκεί ως το μεδούλι μπορεί να φτάσει
κι από εκεί ως τους αστερισμούς του Αυγούστου
να μας δείξει

                                    --

Μπορούμε ν΄ αντέξουμε, σήμερα τουλάχιστον,
κι άλλη, δίπατη πραγματικότητα
και το αντίθετό της μαζί
είμαστε από κεράσια
ξαφνικά αδάμαντες.

                                         --

κάτι από την επανάληψη
κάτι από την επανάληψη
έρχεται ο οργασμός να δέσει με το όνειρο της Ρουθ.

                                               --

...καθώς κουταβάκια τρέχουμε
πάνω κάτω στο χαλί της όρεξης και της έκστασης
όμως
τα ασταθή βηματάκια της Πάρκινσον
τα κραυγαλέα σινιάλα της γεροντικής άνοιας
τα σφαγμένα βλέμματα της Αλτσχάϊμερ
ας τα συνηθίσουμε όλα αυτά
από τώρα που τρέχουμε σαν  κουταβάκια
πάνω κάτω στο χαλί της όρεξης και της έκστασης.

                                                   --

Παρεισφρέουν πάλι οι γλουτοί
κι αναστατώνουν για τα καλά
τη σύνταξη της νύχτας.
                                                      --

Από τον μονόλογο της Ευρυδίκης
καθώς κατεβαίνει ήρεμη την Πατησίων
προλαβαίνω ν΄ ακούσω:
«.κι η απόσταση που χωρίζει την αριστερή κλείδα
από τις υποσχέσεις του ουρανού
μισή ώρα μόνο με τα πόδια είναι
και μας φαίνεται αιώνας.»

                                                             *



Γιώργος Βέης

Ανταπόκριση απ' την αρένα


Στο Κολοσσαίο συχνά τις μέρες που οργανώνονται φαντασμαγορίες για τον λαό
σκέφτομαι αν είμαστε ένας εσμός που αλληλοσπαράζετε και τίποτ' άλλο.
Επειδή πεινάμε ,
μας σερβίρουν κάτι αμφιλεγόμενους χριστιανούς, που τους σπαράζουν τα λιοντάρια.
Κι εμείς ουρλιάζουμε ,
εμείς γελάμε ,
η καρδιά μας ευφραίνεται κι αγαλλιάζει πως βρήκαμε τη ρίζα του κακού μας.
Στην έκσταση μας μέσα αφηνιάζουμε.
Να φάμε τον χριστιανό , να φάμε και το λιοντάρι ,
να φάμε τον απέναντι
να φάμε και τον δικό μας.
Κάτι αλαργινά  αρπακτικά , αφ' υψηλού , μας ζυγίζουν.
Δεν είμαστε και τίποτα σπουδαίο.
Κάτι τσόφλια που δέρνονται μόνο.
 
 
Ντόρα Βλάσση


Το έμβρυο

Ύστερ’ από τη σύλληψή μου
το σκοτάδι μ’ ερμήνευσε -
κρίθηκα ύποπτο φωτός
κι εννέα μήνες τώρα με παρακολουθούνε.
Με το πρώτο άνοιγμα των ματιών μου
θα με ξανασυλλάβουν.


Ιωάννης Ν Κυριαζής

Σονέτο των μεθυσμένων αρουραίων


Βρυκόλακες νοικοκυραίοι
νόμος παγκόσμιος και θείος
γλιστρά ο δρόμος, είναι λείος
ανταλλαγή ζωών με χρέη.
  
Κάνουν το πάρτυ υπογείως
με απρόσωπες μάσκες, μοιραίοι
οι μεθυσμένοι αρουραίοι
κι  ο κόσμος γύρω τους αστείος.

Είναι ατελείωτο το πάρτυ
κατασπαράζουν τους μεζέδες
που απλώσανε πάνω στο χάρτη

κι εκείνοι ουρλιάζουν οι καημένοι...
ψίχουλα είναι και λεκέδες
ό,τι απ' αυτούς στο χάρτη μένει.


Κώστας Σφενδουράκης

Αποδελτίωση

Ολόπικρο ξεφάντωμα όλο και δυναμώνεις.
Μου δένεις χειροπόδαρα τον χώρο.
Μια γηραιά κυρία γυρνάει νέα απο το φαγοπότι.
Ένας καραφλός κύριος γυρνάει με χαίτη.
Ένα άδειο κρανίο γυρίζει με πιο πολύ ακόμα κενό.
Εγώ γυρίζω σαν χαλασμένη κλεψύδρα.
Εγώ γυρίζω χωρίς χαίτη , χωρίς σφρίγος.
Συλλέκτης.
Εγώ γυρνάω βουστροφιδόν προς τα μέσα.
Πάω στο μακελειό μου.Το δικό μου.




Ντόρα Βλάσση


Modus vivendi

Ν' αφήνεσαι ράθυμα στο ρεύμα της θάλασσας, να λιμνάζεις
σε τόπους που πρόσκαιρα αγάπησες ή ν' αναλώνεσαι
διαγνώνοντας άσκοπα αθεράπευτες περιπτώσεις

Να προσμένεις μιαν άνοιξη πως τάχα πλησιάζει
με τη νωχέλεια ηλιόλουστης μέρας που ξάφνου ναυάγησε
μες στις κατάφωτες παραθαλάσσιες κωμοπόλεις

Να' σαι κατάμονος κι όμως κρυμμένος σε xίλιες καρδιές
να περάσεις στο αίμα αυτών που σ΄αγκάλιασαν πρόσκαιρα
να πληθαίνεις.


Νίκος - Αλέξης Ασλάνογλου

Άλμπατρος

Πολλές φορές οι ναυτικοί, την ώρα να περνάνε,
πιάνουν τους άλμπατρους -πουλιά της θάλασσας τρανά-
που ράθυμα, σα σύντροφοι του ταξιδιου, ακλουθάνε
το πλοίο που μες στα βάραθρα γλυστράει, τα πικρά.

Μα μόλις σκλαβωμένα κει στη κουπαστή τα δέσουν,
οι βασιλιάδες τ' ουρανού, σκυφτοί κι άχαροι πια,
τ' άσπρα μεγάλα τους φτερά τ' αφήνουνε να πέσουν,
και στα πλευρά τους θλιβερά να σέρνουνται κουπιά.

Αυτοί που 'ν' τόσον όμορφοι, τα σύννεφα σα σκίζουν,
πώς είναι τώρα κωμικοί κι άσκημοι και δειλοί!
'Αλλοι με πίπες αναφτές τα ράμφη τους κεντρίζουν,
κι άλλοι, για να τους μιμηθούν, πηδάνε σα κουτσοί.

Μ' αυτούς τους νεφοπρίγκηπες κι ο Ποιητής πως μοιάζει!
δε σκιάζεται τις σαϊτιές, τις θύελλες αψηφά·
μα ξένος μες στον κόσμο αυτό που γύρω του χουγιάζει,
σκοντάφτει απ' τα γιγάντιά του φτερά σα περπατά.


Σαρλ Μπωντλαίρ

Mαύρο xιόνι

Εγώ ποτέ δεν ύψωσα τα χέρια από απειλές
ή για επικλήσεις
Κι αυτό το μαύρο χιόνι που μου έτυχε μέσα στο σπίτι
δεν κατάφερα να το διώξω αλλά με τα χέρια
το φτυάρισα το πάλεψα το σήκωσα κι έγινε
αέρας που οι πάρτες του στροβίλισαν δερβίσικα
τα έλυτρα του καλού και του κακού
τα ξεσκέπασαν και τα ‘φτασαν ως την άκρια
των κερμέν.
Τι είναι καλό και κακό… Πότε το μάθαμε…
Και τι είναι λάθη… Αυτά που κάνουμε
ή όσα δεν έχουμε κάνει ποτέ;
Έλεγα πως αν μ’ αγαπούσε κάποιος θα ερχόταν
να με πάρει από δω και δεν θα με άφηνε να φοβάμαι
Αν με νοιάζεται κάποιος γιατί δεν έρχεται να με πάρει
από δω…Γιατί μ’ αφήνει να φοβάμαι;
Θα ήθελα να ερχόταν εδώ και να μ’ έπαιρνε μακριά
απ’ όλα και ξαφνικά να γινόμασταν κάποιοι άλλοι
Ίσως με δακρυσμένα για πάντα μάτια
Να γινόμασταν ταμπήδες λιγομίλητοι στα αιγυπτιακά καφενεία
ώρες να κρατάμε το μαρκούτσι του αργιλέ στα χείλη
σιωπηλοί και μακάριοι απολαμβάνοντας τον ψιλό καπνό
που σιγοκαίει στο λουλά.
Και ποτέ να μη χρειάζεται να σηκώνουμε τα χέρια
παρά για να παίρνουν κι άλλο ύψος οι πόνοι κι οι καημοί μας



Χαριτίνη Ξύδη

Η ρηξικέλευθη γενναιότητα των "χέστηκε"...

Κουράστηκα λίγο να διαβάζω για μεριά και μάγουλα.
Δεν υπάρχει σ' εμένα έκπληξη.
Αυτά τα ταψιά πάνε κι έρχονται και παραλίγδωσα τα δάχτυλα μου.
Τώρα μου πρέπει μια πετσέτα με έναν ολοστρόγγυλο λεκέ στην μέση.
Ένας λεκές στο κέντρο μιας απλής πετσέτας χεριών , μπορεί στ΄αλήθεια να πανικοβάλλει.
Ένας λεκές -κι ας είναι και λευκός...- επάνω στην σαλιάρα ενός Χριστού ,
δεν μπορεί πια να σαστίσει κανέναν.
Συνήθισα να διαβάζω για λεκέδες επάνω σε σύμβολα.
Τα σύμβολα είναι απο μόνα τους λεκέδες.
Είναι  βαρώνοι της φυσικής μεγαλομανίας του ανθρώπου.
Αυτοί που πλήττουν τα σύμβολα ,
σήμερα ,δεν μπορεί παρά να είναι οι επαγγελματίες λεκιαστήρες των συμβόλων
και είναι κι αυτοί το ίδιο βαρώνοι της φυσικής μεγαλομανίας του ανθρώπου.
Χέρι χέρι τα σύμβολα με τους συμβολολεκιαστήρες ,
πάνε και πάνε στις ίδιες λιτανείες.

Πλήττει τα σύμβολα -όλο μιλώντας , όλο απεικονίζοντας , όλο αποκαθηλώνοντας τα.
Θα πεί :
χέστηκε η φοράδα.
(Είπα "χέστηκε" άρα η σημειωμένη μου φοράδα λεκιάζει.
Τώρα δεν μπορεί παρα να λογαριάζεται κι αυτή η φράση για αιρετική!)




Ντόρα Βλάσση